- χαλίκωση
- η1. η επίστρωση επιφάνειας με χαλίκια.2. ασθένεια των πνευμόνων που οφείλεται στην εισπνοή μεγάλης ποσότητας από τη σκόνη χαλικιών, πνευμονοκονίαση.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.